Το τεύχος αυτό είναι το πρώτο αριθμημένο της σειράς demo, στόχος της οποίας είναι να παρουσιάζει σε ευρύτερο κοινό τις εργασίες ενός κύκλου συζητήσεων που, με τον ανεπίσημο τίτλο «σεμινάριο της Παρασκευής», λειτουργεί από το φθινόπωρο του 2012 στο κεντρικό κτίριο του ΜΙΕΤ στην οδό Θουκυδίδου 13. Οι συναντήσεις αυτές κινήθηκαν ανάμεσα στις όμορες μαθήσεις της φιλοσοφίας, της φιλολογίας, της ιστορίας, της ιστορίας των ιδεών, της θεωρίας και ιστορίας της τέχνης. Θέλησαν και μάλλον κατόρθωσαν να διατηρήσουν τον φιλικό, ανεπίσημο και κάπως πειραματικό χαρακτήρα τους, επιτρέποντας έτσι στους συμμετέχοντες να αναπτύξουν τις ιδέες τους με μεγαλύτερη ελευθερία απ’ όση συνήθως ευνοεί ένα πιο αυστηρό, πανεπιστημιακό σεμινάριο, χωρίς ωστόσο να αποσιωπούν ή να απεμπολούν τις υποχρεώσεις συνοχής και συνέπειας που γεννάει ένας λόγος δυνάμει δημόσιος. Αυτό τον πιο ελεύθερο, δοκιμαστικό και δοκιμιακό χαρακτήρα, που δεν αρνείται όμως τις δεσμεύσεις του, επιστημονικές ή άλλες, τονίζει και ο τίτλος της σειράς, δοκιμάζοντας να λογοπαίξει ανάμεσα στη συμβατική σημασία του ξενόγλωσσου demo (από το demonstration: δείγμα, επίδειξη, δημόσια έκθεση αλλά και διαδήλωση) και τις ελληνικές λέξεις με πρώτο συνθετικό τον δήμο, όπως δημοσίευση, δημιουργία και δημοκρατία. Οι τρεις εισηγήσεις αυτού του πρώτου τεύχους παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά με άλλη αφορμή. Διαβάστηκαν στις 7 Σεπτεμβρίου 2013 στο Δημοτικό Θέατρο «Μελίνα Μερκούρη» στη Θεσσαλονίκη, κατά την Α΄ συνεδρία με τίτλο «Τείχη: σύνορα, όρια, εμπόδια» (επιστημονική σύμβουλος: Ελένη Φιλιππάκη) του συνεδρίου «Τέχνη-Αισθητική-Πολιτική: Τείχη», στο πλαίσιο του Πεδίου Δράσης Κόδρα 2013. Τα Τείχη του Καβάφη και οι ερμηνευτικές απορίες που γεννούν δίνουν στον Διονύση Καψάλη το ερέθισμα για να θέσει ερωτήματα που συνδέονται με τα προβλήματα και τις δυσκολίες του παρόντος, ερωτήματα που αφορούν κάθε λογής αποκλεισμό, εκτόπιση ή εγκλεισμό. Ο στοχασμός περί τειχών τον οδηγεί στο θεματικά συναφές ποίημα του Ρόμπερτ Φροστ Επιδιορθώνοντας τοίχους, καθώς και σε ένα προβληματισμό για την εξουσία που ασκεί η τύχη στη ζωή των ανθρώπων, ο οποίος διασταυρώνεται με τους μύθους της αρχαίας τραγωδίας αλλά και με τη σύγχρονη ηθική φιλοσοφία. Διερευνώντας την κατασκευαστική λογική και εξετάζοντας το χρονικό πρόσληψης των γλυπτών του Ρίτσαρντ Σέρρα, ο Κώστας Ιωαννίδης επιχειρεί να δείξει ότι αυτά μπορεί να λειτουργούν και ως τείχη/τοίχοι και ως περάσματα/γέφυρες. Εκεί που οι πολέμιοι του έργου του βλέπουν τοίχους που στερούν από το άτομο την ελευθερία του, ο Σέρρα και κυρίως οι σημαντικότεροι κριτικοί του αντικρίζουν περάσματα, διόδους προς την αυτογνωσία ή προς μια καλύτερη κατανόηση του κόσμου. Η Ελένη Φιλιππάκη σημειώνει ότι η μεταφορά του τοίχου/τείχους μπορεί να απεικονίσει το όριο ανάμεσα στην ανησυχία με τη βιωμένη πραγματικότητα και το αίτημα για την αναμόρφωσή της. Διατρέχοντας διάφορες βελτιοκρατικές θεωρήσεις, από την πλατωνική αλληγορία του σπηλαίου μέχρι τη σύγχρονη φιλοσοφία, διαπιστώνει ότι η επιθυμία για αναμόρφωση του εαυτού και του κόσμου προσκρούει σε μια σειρά φανταστικούς τοίχους, που αντιπροσωπεύουν τις πολλαπλές αντιστάσεις της πραγματικότητας.