Το βιβλίο αυτό εξηγεί πως, αν κατανοήσουμε καλύτερα τη φεουδαρχία, οι οικονομικές εξελίξεις στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και τη μεσαιωνική Δύση είναι συγκρίσιμες σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ' ότι δέχονταν μέχρι σήμερα οι περισσότεροι βυζαντινολόγοι.
Παλαιότερες ερμηνείες εξαρτούσαν πολύ στενά τις τάσεις της οικονομίας από τις πολιτικές τύχες του κράτους και θεωρούσαν τον 12ο αιώνα περίοδο οικονομικής στασιμότητας. Υπάρχουν όμως σημαντικές ενδείξεις για σταθερή αύξηση του πληθυσμού της αυτοκρατορίας και για εντατική αγροτική εκμετάλλευση. Ο όγκος της νομισματικής κυκλοφορίας αυξήθηκε κατά τον 11ο και τον 12ο αιώνα και τα αστικά κέντρα πολλαπλασιάστηκαν. Επιπλέον, οι θετικές από οικονομική άποψη πλευρές στη διαμόρφωση φεουδαρχικών σχέσεων παραγωγής ―η αλληλεξάρτηση πόλεων, εμπορίου και αγροτικής οικονομίας― ενισχύουν την άποψη πως η κατάρρευση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στα τέλη του 12ου αιώνα δεν πρέπει να συνδέεται με οικονομική παρακμή.
Τα συμπεράσματα θα επηρεάσουν κάθε μελλοντική ερμηνεία για τη γενικότερη πορεία της βυζαντινής ιστορίας. Ειδικότερα, η αναγνώριση ότι η διαμόρφωση μιάς ισχυρής αριστοκρατίας που στηρίζεται στην έγγειο ιδιοκτησία δεν είναι ασυμβίβαστη με την ανάπτυξη του εμπορίου και των αστικών κέντρων επιβάλλει την επανεξέταση της φύσης και των κοινωνικών δομών της βυζαντινής οικονομίας.
Ο Άλαν Χάρβεϋ είναι μέλος του Κέντρου Βυζαντινών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ.
Πίνακας Περιεχομένων