Δύο είναι τα θέματα με τα οποία ασχολείται το βιβλίο αυτό. Το πρώτο, πολύπλευρο και κατά μέγα μέρος αφηγηματικό, είναι η ιστορία των σχέσεων του Βυζαντίου με τους λαούς της Ανατολικής Ευρώπης. Οι σχέσεις αυτές —πολιτικές, διπλωματικές, οικονομικές, εκκλησιαστικές και πολιτισμικές— θα εξεταστούν υπό το πρίσμα της εξωτερικής πολιτικής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αλλά και από την οπτική των λαών της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίοι, είτε με δική τους πρωτοβουλία είτε αντιδρώντας σε κίνητρα δοσμένα από το Βυζάντιο, βρέθηκαν στην τροχιά του. Το δεύτερο θέμα είναι πιο ενιαίο και περιεκτικό. Μέσα από τις σχέσεις που εδραίωσαν οι λαοί αυτοί με την αυτοκρατορία κατά τον Μεσαίωνα, οι ηγετικές και μορφωμένες τάξεις τους κατέληξαν να υιοθετήσουν πολλά χαρακτηριστικά του βυζαντινού πολιτισμού, με αποτέλεσμα να είναι σε θέση να συμμετέχουν και εντέλει να συμβάλλουν σε μια κοινή πολιτισμική παράδοση. Η παράδοση αυτή απαρτιζόταν από ποικίλα στοιχεία. Ανάμεσά τους ήταν η κοινή ομολογία πίστεως στον ανατολικό χριστιανισμό· η αναγνώριση της πρωτοκαθεδρίας της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης· η —σιωπηρή τουλάχιστον— αποδοχή ότι ο Βυζαντινός αυτοκράτορας είχε κάποιο βαθμό εξουσίας σε ολόκληρη την ορθόδοξη χριστιανοσύνη· η αποδοχή των κανόνων του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου· και η πεποίθηση ότι τα λογοτεχνικά πρότυπα και οι καλλιτεχνικές μέθοδοι που καλλιεργούνταν στις σχολές, τις μονές και τα εργαστήρια της αυτοκρατορίας είχαν καθολικό κύρος και ήταν αξιομίμητα. Η βυζαντινή κληρονομιά αυτών των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης ήταν, πιστεύω, αρκετά σημαντικό στοιχείο της μεσαιωνικής παράδοσής τους ώστε να δικαιολογεί τον ισχυρισμό ότι, από ορισμένες απόψεις, σχημάτιζαν μια ενιαία διεθνή κοινότητα.
Από την εισαγωγή του συγγραφέα
_________________________________
Ο ΝΤΙΜΙΤΡΙ ΟΜΠΟΛΕΝΣΚΙ (1918–2001) υπήρξε ένας από τους διαπρεπέστερους μελετητές της ανατολικοευρωπαϊκής μεσαιωνικής ιστορίας. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ (Trinity College), όπου, λίγα χρόνια μετά την αποφοίτησή του, δίδαξε ως λέκτορας σλαβικών σπουδών (1946–1948). Από το 1949 και εξής διετέλεσε υφηγητής και εν συνεχεία καθηγητής της ρωσικής και βαλκανικής μεσαιωνικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, στο οποίο ανακηρύχτηκε ομότιμος το 1985. Υπήρξε μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας και αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Αντικείμενο του ερευνητικού του έργου αποτέλεσαν η ιστορία και ο πολιτισμός των νοτιοανατολικών Σλάβων και οι πολιτικές και πολιτισμικές σχέσεις τους με το Βυζάντιο. Καρπός της πολύχρονης ενασχόλησής του με αυτά τα θέματα ήταν το opus magnum του, η Βυζαντινή Κοινοπολιτεία (1971). Άλλα σημαντικά έργα του: The Bogomils. A Study in Balkan Neo-Manichaeism (1948), Byzantium and the Slavs (1971), The Byzantine Inheritance of Eastern Europe (1982), Six Byzantine Portraits (1988) κ.ά.
Βιβλιοκρισίες
archaiologia.gr, 9-8-2022
"Η Βυζαντινή Κοινοπολιτεία"